Γονείς της Παναγίας ήταν ο Ιωακείμ και η Άννα. Και οι δύο δίκαιοι ενώπιων του Θεού και άμεμπτοι. Ξέρουμε ότι ζούσαν στα Ιεροσόλυμα και ότι ήταν ένα ζευγάρι στείρο. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει τα εξής: Το όνομα Άννα σημαίνει χάρη. Η μητέρα της Παναγίας ήταν προικισμένη με αρετές, αλλά για κάποιον άγνωστο λόγο έπασχε από την αρρώστια της στειρότητας. Σε αυτήν όμως την στειρότητα έρχεται η ευλογία του Θεού και λύνει την ακαρπία φανερώνοντας έτσι ότι η στειρότητα του κόσμου οφείλεται στην έλλειψη του Θεού η οποία θα φανερωθεί στον κόσμο όταν θα γεννηθεί ο κορμός της άφραστης μακαριότητος. Η μητέρα του Χριστού η Παναγία συνελήφθη από το σπέρμα του Ιωακείμ στη μήτρα της Άννας.
Ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου γράφει σχετικά: «ου μεν ετέρως γεγενημένη (η Παρθένος) παρά την των ανθρώπων φύσιν, αλλά καθώς πάντες εκ σπέρματος ανδρός και μήτρας γυναικός». Αλλά και ο νεοφανής άγιος Παΐσιος ο αγιορείτης σε ομιλία του για την Παναγία σε μοναχούς λέει «Οι δίκαιοι Προπάτορες μετά την προσευχήν των εις τον Θεόν διά να τους δώσει τέκνον, συνήλθον όχι από ηδονήν, αλλά από υπακοήν εις τον Θεόν και ως σώφρονες και όσιοι, φιλόθεοι ήσαν και όχι φιλήδονοι, συνέλαβον και εγέννησαν βρέφος πανάγιον». Εδώ φαίνεται ξεκάθαρα, λοιπόν, ότι η Παναγία γεννήθηκε όπως ο καθένας από εμάς και όχι εξ ασπόρου συλλήψεως, όπως υποστηρίζουν οι Ρωμαιοκαθολικοί, δηλαδή μπορεί να γεννήθηκε από στείρα γυναίκα και σε μεγάλη ηλικία μητέρα όμως είναι καρπός του συζυγικού έρωτα και του γάμου του Ιωακείμ και της Άννας. Εξ αυτού αποδεικνύεται περίτρανα πρώτον ότι η Παναγία συνελήφθη φυσιολογικά από το σπέρμα του Ιωακείμ, όπως το επιβεβαιώνει και ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος, και δεύτερον ότι φέρει το προπατορικό αμάρτημα, αφού γεννάται φυσιολογικά ως καρπός αγάπης και έρωτα των γονέων της. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει σχετικά: «Ευλογημένη μέση του Ιωακείμ, απ’ όπου βγήκε η ακηλίδωτη φύτρα. Θαυμαστή μήτρα της Άννας που μέσα της αναπτύχθηκε σιγά σιγά, σχηματίσθηκε και γεννήθηκε το πανάγιο βρέφος». Μόνο ο Χριστός γεννήθηκε όχι από φυσική συνάφεια, αλλά εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου.
2) Η ζωή της Παναγίας από τριών έως δώδεκα ετών στον Ναό του Σολομώντος
Σύμφωνα, λοιπόν, με την διδασκαλία της Εκκλησίας η οποία πηγάζει από το απόκρυφο ευαγγέλιο του Ιακώβου, ο Ιωακείμ και η Άννα παραδίδουν σε ηλικία τριών ετών την Μαρία στον Ναό εκπληρώνοντας το τάμα στον Θεό. Στην εικόνα των Εισοδίων βλέπουμε η Παναγία να συνοδεύεται από λαμπαδοφορούσες εβραιοπούλες και να την υποδέχεται ο ιερέας Ζαχαρίας μπροστά στο θυσιαστήριο.
Ο πρώτος και κύριος λόγος εισαγωγής την μικρής Μαρίας στον Ναό είναι η εκπλήρωση της υποσχέσεως των γονέων της για την αφιέρωση. Ο Μωσαϊκός Νόμος επέβαλλε την αφιέρωση του πρωτότοκου τέκνου στο Θεό. Αυτή η αφιέρωση ήταν σημείο αναγνωρίσεως της ευεργεσίας του Θεού, και απόδειξη ότι ανήκουν σε Αυτόν. Είναι γνωστό ότι η εντολή της αφιερώσεως του πρωτοτόκου αρσενικού παιδιού δόθηκε στον Ισραηλιτικό λαό, διά του Μωϋσέως, αμέσως μετά την πάταξη των πρωτοτόκων παιδιών των Αιγυπτίων, οπότε ο Φαραώ αμέσως έδωσε την άδεια της εξόδου, και βέβαια πριν ακόμη περάσουν την Ερυθρά θάλασσα. Από το βιβλίο των Αριθμών γνωρίζουμε ακόμα την τάξη των Ναζηραίων οι οποίοι αποτελούσαν ειδική τάξη ανθρώπων, οι οποίοι αφιερώνονταν για ορισμένο χρονικό διάστημα ή για ολόκληρη τη ζωή τους στο Θεό. Ναζηραίοι αναφέρονται μέχρι την εποχή της Καινής Διαθήκης, όταν ο απόστολος Παύλος κλήθηκε από τους Χριστιανούς των Ιεροσολύμων, προκειμένου να αποδείξει το σεβασμό του προς το Μωσαϊκό νόμο, να πληρώσει τα έξοδα των θυσιών για τέσσερις Ναζηραίους που τελείωσαν την αφιέρωση τους.
Όμως, υπάρχει και ένας ακόμη σοβαρός λόγος, ο οποίος πηγάζει από την υμνολογία της εορτής των Εισοδίων. Είναι «το ιερώς ανατρέφεσθε», δηλαδή η μικρή Μαριάμ παραδόθηκε στους ιερείς για ιεροπρεπή μόρφωση και ανατροφή. Η παρουσία και άλλων παρθένων στην εικόνα των Εισοδίων αποδεικνύει ότι υπήρχε το έθιμο της αφιερώσεως των μικρών παιδιών στην εβραϊκή θρησκευτική κοινότητα. «Δεν αποκλείεται», κατά τον Μητροπολίτη Αχελώου Ευθύμιο, «οι παρθένες αυτές να αποτελούσαν ένα σώμα που φρόντιζε για την ευπρέπεια, την καθαρότητα του Ναού, για την ύφανση και ετοιμασία ιερατικών στολών και ιερατικών καλυμμάτων και παραπετασμάτων και για την τάξη των γυναικών στην λατρεία».
Κατά τις διηγήσεις των αποκρύφων η Παρθένος έμενε μέσα στον Ναό και μάλιστα στο χώρο που λεγόταν «Άγια των Αγίων». Ο χώρος αυτός περιγράφεται στο βιβλίο της Γ΄ Βασιλειών και ήταν άβατος. Στην προς Εβραίους επιστολή μας δίδεται η πληροφορία από τον Παύλο ότι σε αυτό τον χώρο μόνο μία φορά τον χρόνο έμπαινε ο Αρχιερέας. Στην παράδοση των εβραίων δεν υπάρχει καμία μαρτυρία για είσοδο και παραμονή στα Άγια των Αγίων ανθρώπων και μάλιστα γυναίκας. Ωστόσο, η υμνολογία της Εκκλησίας φανερώνει την παραμονή της Παναγίας στα «Άγια των Αγίων» και ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας ερμηνεύει ότι τα πραγματικά «Άγια των Αγίων» είναι η ίδια η Θεοτόκος, η οποία δέχθηκε μέσα της όχι άνθρωπο αρχιερέα, αλλά τον «Μέγα Αρχιερέα», γι’ αυτό και ο τύπος έπρεπε να συμπέσει με την πραγματικότητα.
Σύμφωνα λοιπόν με τα απόκρυφα η Παναγία μένει εκεί ζώντας συνεχώς τον μυστικό χώρο της αγιότητας και προκόπτει στη σοφία και την χάρη. Ο αρχάγγελος Γαβριήλ την φέρνει τροφή και ψωμί. Σύμφωνα με το κείμενο ζει έως δώδεκα ετών. Όταν γίνεται δώδεκα ετών οι ιερείς κρίνουν ότι δεν μπορεί πια να μένει στον Ναό και ο μόνος προφανώς λόγος δεν ήταν άλλος παρά ο μηνιαίος κύκλος των γυναικών που φυσιολογικά είχε η Παναγία ως γυναίκα που ήταν. Αυτό επιβεβαιώνει και ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ο οποίος λέει: «Καθώς, όμως, έφθανε στο άνθισμα της ηλικίας της και απαγόρευε ο Νόμος να μένει μέσα στο Ναό, οι ιερείς την παραδίδουν στον μνηστήρα, τον φύλακα της παρθενίας της».
Ο Μωσαϊκός Νόμος για την έμμηνο ρύση έλεγε τα εξής:
«Γυνή, εις την οποίαν ήθελε συμβή ρύσις αίματος, πρόκειται δε περί της φυσιολογικής εμμήνου ρύσεως, θα είναι επί επτά ημέρας κατά την περίοδον της ρύσεως αυτής ακάθαρτος. Όποιος δε την εγγίση θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν. Κάθε δε αντικείμενον, επάνω στο οποίον θα κοιμάται αυτή κατά την έμμηνον περίοδόν της, θα είναι ακάθαρτον. Οποιος θα εγγίση την κλίνην αυτής, θα πλύνη τα ενδύματά του, θα λουσθή εις ολόκληρον το σώμα με νερό και θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν. Καθένας που εγγίζει σκεύος, επί του οποίου εκείνη εκάθησε, θα πλύνη τα ενδύματά του, θα λουσθή με νερό και θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν. Εάν δε κανείς εγγίση αυτήν κοιμωμένην επί της κλίνης της κατά την περίοδόν της η καθημένην εις κάποιο σκεύος, αυτός θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν. Εάν δε ο ανήρ κοιμηθή μαζή της και η έμμηνος ρύσις της πέση στο σώμα του, θα είναι αυτός ακάθαρτος επί επτά ημέρας. Και η κλίνη, επί της οποίας αυτή θα κοιμηθή, θα είναι ακάθαρτος. Εάν γυνή έχη ρύσιν αίματος περισσοτέρας ημέρας των κανονικών, πέραν δηλαδή του χρόνου της κανονικής εμμήνου ροής, όλαι αι ημέραι της ρύσεως αυτής είναι ημέραι ακαθαρσίας, όπως και αι της κανονικής. Κατ' αυτάς η γυνή θα είναι ακάθαρτος. Και η κλίνη, επί της οποίας θα κοιμηθή αυτή όλας τας επί πλέον αυτάς ημέρας της ρύσεως, τας πέραν των κανονικών της εμμήνου ρύσεως, θα είναι ακάθαρτος, και κάθε αντικείμενον επί του οποίου ήθελε καθίσει θα είναι ακάθαρτον, όπως και κατά την φυσιολογικήν της περίοδον. Καθένας που εγγίζει αυτήν θα είναι ακάθαρτος, θα πλύνη τα ενδύματά του, θα λούση το σώμα του με νερό και θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν. Εάν δε σταματήση η μη φυσιολογική αυτή ρύσις, θα περάσουν επτά ημέραι, μετά τας οποίας θα προσφέρη την θυσίαν προς καθαρισμόν της. Κατά την ογδόην ημέραν θα πάρη η γυνή αυτή δύο τρυγόνας η δύο νεοσσούς περιστερών, και θα πρασφέρη αυτά προς τον ιερέα, εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου. Ο ιερεύς θα προσφέρη την μίαν από αυτάς θυσίαν περί αμαρτίας και την άλλην εις ολοκαύτωσιν. Έτσι δε θα εξιλεώση αυτήν απέναντι του Κυρίου από την ακάθαρτον αυτήν ρύσιν. Θα καταστήσετε τους υιούς σας προσεκτικούς από τας ακαθαρσίας των αυτάς, δια να μη θανατωθούν, εάν δεν τας προσέξουν και εισερχόμενοι εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου την μολύνουν με αυτάς. Αυτός είναι ο νόμος του καθαρισμού δι’ εκείνον, ο οποίος πάσχει παθολογικήν ρεύσιν και δι’ εκείνον ο οποίος έπαθε νυκτερινήν ρεύσιν, ώστε να μολυνθή από αυτήν. Αυτός είναι ο νόμος δια την γυναίκα, η οποία αιμορροεί κατά και μετά την φυσιολογικήν της περίοδον, και δια πάντα άνδρα πάσχοντα ρεύσιν, δια πάντα άνδρα και πάσαν γυναίκα. Αυτός ακόμη είναι ο νόμος δια τον άνδρα, ο οποίος εκοιμήθη με γυναίκα, ευρισκομένην εις την έμμηνον περίοδόν της».
Έτσι, λοιπόν, η Παναγία έπρεπε να βγει από τον Ναό και τον χώρο των παρθένων. Οι γυναίκες, λοιπόν, από την στιγμή της εμμήνου ρύσεως έβγαιναν από τον Ναό και μέχρι να παντρευτούν πηγαινοερχόντουσαν στα σπίτια τους και στον Ναό.
† Αρχιμ. Ειρηναίος Λαφτσής
[post_ads]Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου