Τα εγκλήματα αυτά προστίθενται στη ματωμένη αλυσίδα των χιλιάδων θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, σεξουαλικής παρενόχλησης, σεξουαλικής κακοποίησης, βιασμών και γυναικοκτονιών όλα αυτά τα χρόνια, που γεννά η βία της εκμεταλλευτικής κοινωνίας και τρέφουν όλοι οι μηχανισμοί και οι θεσμοί που τη στηρίζουν.
Μόνο τους πρώτους πέντε μήνες του 2024 είχαμε 7.494 καταγγελίες σε όλη τη χώρα, για ενδοοικογενειακή βία στην αστυνομία. Αντίστοιχα οι καταγγελίες για παρενόχληση και βία στην εργασία το 2023 ήταν μόνο 230, με τους αριθμούς των θυμάτων και στις 2 περιπτώσεις, να είναι πολύ μεγαλύτεροι, καθώς η πλειοψηφία των κακοποιημένων γυναικών δεν προχωρά σε καταγγελία κυρίως από φόβο.
Τι φοβούνται όμως και γιατί αποθαρρύνονται οι επιβιώσασες κακοποίησης να καταγγείλουν βίαιες συμπεριφορές και να καταθέσουν μηνύσεις;
Από τη μία αποδεικνύεται πως οι ρυθμίσεις, του νόμου Χατζηδάκη "για την εξάλειψη της βίας και παρενόχλησης στους χώρους εργασίας" επί της ουσίας δεν μπορούν να προστατεύσουν τις εργαζόμενες, καθώς καθιστούν την εργοδοσία υπεύθυνη για τα μέτρα πρόληψης και προστασίας από τη βία στο χώρο της εργασίας. Γι' αυτό και δεν είναι τυχαίο πως μόνο στις 25 από τις 230 υποθέσεις υποβλήθηκαν κυρώσεις στους δράστες με βάση τις καταγγελίες που έγιναν στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας.
Από την άλλη μια ματιά στα πρόσφατα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας αλλά και γυναικοκτονιών - που αριθμούν ήδη 10 για το 2024 - αρκεί για να αναδείξει πόσο διάτρητα είναι τα «πρωτόκολλα» που διαφημίζει η αστυνομία: Δράστες καταγγέλλονται αλλά δεν εντοπίζονται στο πλαίσιο του αυτόφωρου - είναι ζήτημα ακόμα κι αν αναζητούνται. Ασφαλιστικά μέτρα και περιοριστικοί όροι που επιβάλλονται δεν τηρούνται. Τακτικές δικάσιμοι ορίζονται μήνες μετά την καταγγελία, η εκδίκαση των υποθέσεων διαρκεί ολόκληρα χρόνια. Σε όλες αυτές τις μακροχρόνιες και πολυδάπανες διαδικασίες, οι γυναίκες αφήνονται χωρίς καμία νομική, ψυχολογική, κοινωνική και οικονομική στήριξη και προστασία.
Το υφιστάμενο δίκτυο δομών για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών (Συμβουλευτικά Κέντρα, Ξενώνες, γραμμή SOS) υπολείπεται δραματικά των αναγκών. Σε όλη την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, υπάρχουν 2 συμβουλευτικά κέντρα σε Αλεξανδρούπολη και Καβάλα και ένας μόνο Ξενώνας Φιλοξενίας Γυναικών θυμάτων βίας και των παιδιών τους, στην Κομοτηνή. Φυσικά τα προβλήματα δεν εξαντλούνται στον αριθμό των δομών, αλλά αφορούν στην υποστελέχωση και στα προβλήματα χρηματοδότησής τους.
Ακόμα κι αυτοί όμως οι Ξενώνες, δεν μπορούν να καλύψουν - λόγω των πρωτοκόλλων με τα οποία λειτουργούν - τις περιπτώσεις στις οποίες μια γυναίκα χρειάζεται άμεσα να αναζητήσει καταφύγιο. Έτσι, υπάρχει παντελής έλλειψη δομών επείγουσας φιλοξενίας κακοποιημένων γυναικών που έχουν άμεση ανάγκη να βρουν προστασία. Η γυναίκα που παίρνει την απόφαση να προχωρήσει στην καταγγελία και σε άλλες νομικές ενέργειες κατά του δράστη - απόφαση που μόνο εύκολη και αυτονόητη δεν πρέπει να θεωρείται - στερείται δωρεάν νομικής στήριξης από το κράτος. Ο ρόλος του Συμβουλευτικού Κέντρου εξαντλείται στην παροχή σχετικών συμβουλών, ενώ το κόστος των πολυδάπανων και μακροχρόνιων νομικών διαδικασιών, των δικαστικών εξόδων και άλλων συναφών δαπανών πέφτει στην καταγγέλλουσα.
Αντίστοιχες είναι οι ελλείψεις όσον αφορά στην απαραίτητη δωρεάν ψυχολογική στήριξη των γυναικών, με δεδομένη την ανυπαρξία δημόσιου και δωρεάν κέντρου για τη θεραπεία του τραύματος. Το αποτέλεσμα είναι - παρά τις φιλότιμες προσπάθειες και την προσφορά των εργαζομένων σε Συμβουλευτικά Κέντρα και Ξενώνες, στις υπηρεσίες πρόνοιας των Δήμων - κάθε γυναίκα που προσπαθεί να απεγκλωβιστεί από μια βίαιη, παθογόνα οικογενειακή, διαπροσωπική ή εργασιακή σχέση, να βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρά εμπόδια.
Υπόλογη για την πραγματικότητα αυτή είναι η πολιτική που αντιμετωπίζει την ανάγκη για ολόπλευρη οικονομική, ψυχολογική, νομική στήριξη των γυναικών που έχουν υποστεί βία με κριτήριο το κόστος για το κράτος. Υλοποιώντας αυτήν ακριβώς την πολιτική, όλες διαχρονικά οι κυβερνήσεις εξαρτούν τη χρηματοδότηση ακόμα και αυτού του υποτυπώδους δικτύου από ευρωπαϊκά προγράμματα με «ημερομηνία λήξης», καταδικάζουν το προσωπικό να δουλεύει με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, θέτουν τις δομές στη μέγγενη της «οικονομικής βιωσιμότητας» και των αντιλαϊκών δημοσιονομικών στόχων.
Ως Λαϊκή Συσπείρωση Ορεστιάδας δυναμώνουμε τη συλλογική μας δράση για να διεκδικήσουμε όλα όσα είναι αναγκαία για να αντιπαλέψουμε τη πολύμορφη βία.
Καλούμε τους Συλλόγους Γυναικών και τους φορείς της περιοχής να σηκώσουν τείχος αλληλεγγύης σε κάθε γυναίκα που βιώνει την κακοποίηση και να απαιτήσουν να πάψουν η υποκρισία και τα κροκοδείλια δάκρυα από το κράτος, την κυβέρνηση, τα άλλα κόμματα.
Απαιτούμε:
- Τη δημιουργία ενός εκτεταμένου δικτύου δημόσιων και δωρεάν κοινωνικών υπηρεσιών και υποδομών για την πρόληψη και την ολόπλευρη προστασία των γυναικών και των παιδιών από τη βία, ιδιαίτερα των απροστάτευτων, στελεχωμένων με όλο το αναγκαίο μόνιμο προσωπικό όλων των ειδικοτήτων.
- Την οργάνωση Ενημερωτικών Προγραμμάτων σε σχολεία και σχολές από επιστημονικούς και κρατικούς φορείς για την πρόληψη.
ΛΑΪΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΔΗΜΟΥ ΟΡΕΣΤΙΑΔΑΣ
[post_ads]
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου