της Έφης Καραμιχάλη
Στην επαρχιακή πόλη που γεννήθηκα, την Αλεξανδρούπολη, ο κινηματογράφος είχε μια μεγάλη θέση στην καρδιά των ανθρώπων. Στις αρχές της δεκαετίας του '70 είχε κοντά 10 κινηματογράφους, απ’ αυτούς οι μισοί ήταν θερινοί. Ήταν εκείνα τα χρόνια που το σινεμά ήταν το κύριο λαϊκό ψυχαγωγικό μέσο. Ήταν χώρος συνάντησης και κοινωνικής συναναστροφής. Ήταν η διασκέδαση και η έξοδος συνήθως της Κυριακής.
Περίμενες με λαχτάρα όλη μέρα. Έβαζες τα καλά σου ρούχα, στηνόσουν στην ουρά να πάρεις εκείνο το λευκό χαρτάκι-εισιτήριο, χανόσουν στη μαγεία μιας σκοτεινής αίθουσας και για δυο ώρες ταξίδευες σε κόσμους που δε μπορούσες ούτε να ονειρευτείς. Μαγευόσουν απ’ την εικόνα, ταυτιζόσουν με τον έρωτα ή τον πόνο του πρωταγωνιστή, έκλαιγες και γελούσες, και όλα αυτά μαζί με τα φιλαράκια από δίπλα ή κανέναν τρυφερό εφηβικό έρωτα που θα σου ‘πιανε το χέρι μόλις τα φώτα έσβηναν.
Κάποιες φορές ο κινηματογράφος ήταν η δικαιολογία να βγούμε από το σπίτι, αλλά ο προορισμός μας ήταν κανένα ραντεβουδάκι της νιότης μας. Οι φίλοι, που είχαν δει την ταινία, μας έλεγαν καλού κακού και το στόρι να το ξέρουμε μήπως και η μάνα μας ρωτήσει τι είδαμε.
Μετά ερχόταν το καλοκαίρι, κι όπως έλεγε και ο Κηλαηδόνης «μες τα θερινά τα σινεμά, νύχτες που περνούν που δε θα ξαναρθούν». Θυμάμαι τον «Έβρο», αυτή τη μυρωδιά απ’ το αγιόκλημα που ανακατευόταν με τον νοτιά από τη θάλασσα, με το φεγγάρι και τ’ άστρα να κρέμονται από πάνω σου κι ένα φάρο φρουρό απ’ έξω να αναβοσβήνει μέσα στη νύχτα. Κι αν υπήρχε και καμιά δραχμή παραπανίσια θα παίρναμε και κανένα σπόρι από τον πωλητή του διαλείμματος, που φώναζε «σπόρια - πορτοκαλάδες - καραμέλες, ορίστεεε». Μετά γυρνούσαμε σπίτι σχολιάζοντας ό,τι είδαμε, περπατώντας αργά, μη θέλοντας να τελειώσει αυτή η επιστροφή. Κι όταν μας έπαιρνε ο ύπνος είχαμε ήδη μπει μέσα στην οθόνη και παίζαμε το πρωταγωνιστικό ρόλο!
Αργότερα ήρθαν οι τηλεοράσεις, τα βίντεο, άρχισαν ένας - ένας οι κινηματογράφοι να κλείνουν. Τώρα υπάρχει μόνο ένας χειμερινός κι ένας θερινός. Χάθηκε η γλυκιά αναμονή της Κυριακής, η λαχτάρα της συνάντησης, η μυρωδιά της αίθουσας, η γεύση από τον πασατέμπο, το “αγιόκλημα και το γιασεμί”. Θα θυμάμαι πάντα όμως την πρώτη πολιτική ταινία που με πήγε ο αδελφός μου να δω, εκείνος ήδη φοιτητής κι εγώ κάπου στην εφηβεία. «Η μάχη του Αλγερίου». Γυρνώντας για το σπίτι προσπαθούσε να μου εξηγήσει την απορία μου “πως φτάνει ένας άνθρωπος να θυσιάζεται γι αυτό που πιστεύει;”.
Τις λάτρευα αυτές τις συζητήσεις με τον αδελφό μου. Μου άνοιγε ορίζοντες στο εφηβικό μυαλό μου. Μου έμαθε να βλέπω πίσω από τα γεγονότα, να έχω πάντα μια δεύτερη ή τρίτη σκέψη, να μην “τρώω” ό,τι μου σερβίρουν έτσι εύκολα. Ήταν αυτός που με διαμόρφωσε και με κατεύθυνε πολιτικά με τεκμηρίωση, βάζοντας πάντα πάνω από όλα τον άνθρωπο. Πόσο μου λείπουν αυτές οι συζητήσεις μας και πόσες φορές τον είχα ανάγκη να ακούσω την άποψη του για τόσα που έχουν γίνει από τότε που “έφυγε”! Οι γονείς μου έμαθαν τις αξίες της ζωής, ο αδελφός μου όμως έβαλε τις βάσεις για την πολιτική μου σκέψη και άποψη στα πράγματα.
Πηγή: imaginistes.wordpress.com
➤ Διαβάστε επίσης: Ήταν τα ΗΛΥΣΙΑ ο πρώτος κινηματογράφος της Αλεξανδρούπολης;
Οι κινηματογράφοι της Αλεξανδρούπολης
του Θεόδωρου Ορδουμποζάνη
Κλάψαμε, γελάσαμε, ταξιδέψαμε, ονειρευτήκαμε, ερωτευθήκαμε, πονέσαμε, γνωρίσαμε τον κόσμο, μεγαλώσαμε, μπροστά από μια μεγάλη οθόνη. Μοιραστήκαμε με φίλους και φίλες συγκινήσεις και συναισθήματα που μας γέννησε! Μας είχε γίνει πάθος! Άλλωστε ήταν μια από τις λιγοστές διασκεδάσεις της μεταπολεμικής Ελλάδας! Και βέβαια και της μεταπολεμικής Αλεξανδρούπολης! Βόλτα από νωρίς στην κεντρική λεωφόρο τον χειμώνα και στην παραλιακή το καλοκαίρι και μετά… Σινεμά!
Μέσα στα θερινά τα σινεμά, τα καλοκαίρια, μυρίσαμε κι εμείς αγιόκλημα και γιασεμί, ενώ περάσαμε τις ατελείωτες νύχτες των εφηβικών μας χρόνων.
Στα θερινά τα σινεμά, νοιώθαμε την απόλυτη ελευθερία του έναστρου ουρανού και μάθαμε να αγαπούμε όλα τα είδη των ταινιών. Από Ταρζάν, Ζορό, γουέστερν, κουρσάρους, μυθικούς ήρωες, δράματα, κωμωδίες, περιπέτειες, έρωτες, πολέμους, βοσκοπούλες, Αστέρω, φουστανέλες, Ναργκίς! Και από πρωταγωνιστές Φρεντ Αστέρ, Φερναντέλ, Σαρλό, Χοντρό-Λιγνό, Βίκτορ Ματσούρ, Τζόνι Βαϊσμίλερ, Πάουερ, Άβα Γκάρνερ, Ρίτα Χέιγουορθ, Τόνι Κέρτις, Έντι Κονσταντίν, Τζον Γουέι, Έρολ Φλιν, Γκάρι Κούπερ, Τζέιμς Ντιν, Πίτερ Σέλερς, Μπαρντό, Λολομπριτζίτα, Λόρενς, Μαστρογιάννι, Πρίσλεϊ, μέχρι Ξανθόπουλο, Βούρτση, Λογοθετίδη, Φωτόπουλο, Βασιλειάδου, Αυλωνίτη, Κοκοβιό, Βέγγο, Μυράτ, Χορν, Λαμπέτη, Κατράκη, Φούντα, Μελίνα, Βλαχοπούλου, Βουγιουκλάκη, Αλεξανδράκη, Καζάκο, Καρέζη και… τελειωμό δεν έχει!
Τότε μέσα στη σκοτεινή αίθουσα ο καθένας μας ταυτιζόταν με τους δικούς του ήρωες! Εκεί στο απόλυτο σκοτάδι χανόταν όλες οι διακρίσεις. Πλούσιοι και φτωχοί! Μεγάλοι και μικροί! Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, γέροι! Ο καθένας ζούσε το δικό του ξεχωριστό όνειρο! Ο καθένας ένοιωθε βασιλιάς μέσα στο δικό του… σκοτεινό βασίλειο!
Μόνο η φωνή του μικρού στα διαλείμματα που φώναζε «μέντες, καραμέλες, σπόρια, γκαζόζες, λεμονάδες, μπιράαααλ…», διέκοπτε το μαγικό ταξίδι! Και στην αρχή τα κρατικά «Επίκαιρα», με Βασιλιάδες, Πρίγκιπες, Πριγκίπισσες, Υπουργούς και κάθε λογής Κυβερνητικούς με τις πολυποίκιλες δραστηριότητές τους, παρέτειναν την αγωνία έναρξης του μαγικού ταξιδιού στον κόσμο της φαντασίας μας. Και αν τύχαινε και προβαλλόταν και σκηνές από το έργο της Δευτέρας, και της άλλης και παράλλης Δευτέρας, ε τότε άρχιζαν τα σφυρίγματα… και η αγωνία μεγάλωνε!
Άλλαξαν οι εποχές! Όλα ανήκουν στο χθες! Χάθηκαν οι αίθουσες… Ελάχιστες έμειναν! Άλλαξε η διασκέδαση! Χάθηκε εκείνη η ανέμελη απόλυτη ελευθερία μπροστά σε ένα άσπρο πανί μέσα στο βαθύ σκοτάδι!
Και μαζί χάθηκαν και οι άνθρωποι που είχαν ταυτίσει τη ζωή τους με τον κινηματογράφο! Οι ιδιοκτήτες τους (Παπαδόπουλος, Ιωαννίδης, Ανθρακίδης, Βογιατζής και οι νεότεροι τους), που συναγωνίζονταν ποιος θα κάνει την πιο όμορφη αίθουσα και ποιος θα φέρει τα πιο καλά έργα! Τότε δεν είχε πρώτη και δεύτερη προβολή! Δεν είχε απογευματινή και βραδινή προβολή! Τις Κυριακές τον χειμώνα άρχιζε από το πρωί και τελείωνε αργά τα μεσάνυχτα! Και πολλές φορές οι ουρές ήταν ατέλειωτες!
Οι επιγραφοποιοί (ο κυρ Αντώνης ο Κουρουτζίδης, πρώτος στο είδος του, ο Ακύλας και τόσοι άλλοι) με τις πανέμορφες χειροποίητες γιγαντοαφίσες, που προανήγγειλαν στις προσόψεις των κινηματογράφων τις ελληνικές και ξένες ταινίες που επρόκειτο να παιχτούν. Έργα τέχνης που σήμερα πολλοί τα αναζητούν!
Οι εργαζόμενοι στους κινηματογράφους (η κυρία Λυδία, ο Νίκος ο Αναστασόπουλος, ο Λάκης ο Πάντος, ο κυρ Τάκης, η κυρία Ζαρκάδη, ο Ζαφείρης, ο Ηλίας, ο Χάμπος και τόσοι άλλοι), ένας ολόκληρος κόσμος που μοχθούσε για να απολαύσουμε τον κινηματογράφο. Κι΄ ας τους φωνάζαμε στην πρώτη «στραβοτιμονιά»… «γράμματα χασάπη…»! Όσοι πιτσιρικάδες τύχαινε να τους γνωρίζουν, εξασφάλιζαν την ανέξοδη και λάθρα είσοδό τους από πλάγιες πόρτες στο μαγικό κόσμο της μεγάλης οθόνης. Και κάποιοι άλλοι, μαθητευόμενοι, μελλοντικοί «μάγοι» των μυστικών του κινηματογράφου, είχαν το προνόμιο να απολαμβάνουν και… ακατάλληλα τότε, πολύ σεμνά για σήμερα, για ανηλίκους έργα!
Αναπολώντας με φίλους και γνωστούς τα «ασπρόμαυρα χρόνια» που δέσποζαν στη ζωή των Αλεξανδρουπολιτών οι «σκοτεινοί ναοί» των εικόνων και των συγκινήσεων έρχονται στις μνήμες μας τα παράξενα και ποιητικά ονόματα που κάποτε σήμαιναν πολλά για μας: «ΤΙΤΑΝΙΑ», «ΗΛΥΣΙΑ», «ΑΣΤΡΟΝ», «ΕΛΛHΝΙΣ», «ΟΡΦΕΑΣ», «ΕΒΡΟΣ», «ΡΕΞ», «ΜΑΞΙΜ», «ΑΚΡΟΠΟΛ», «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ», «ΕΓΝΑΤΙΑ», «AΔΩΝΙΣ» (Drive-in)! Και νοιώθουμε ότι μας λείπει ένα κομμάτι απ΄ τη ζωή μας.
Σήμερα, απομεινάρια της χρυσής εποχής του κινηματογράφου, τα ανακαινισμένα «ΗΛΥΣΙΑ» και ο θερινός «ΦΛΟΙΣΒΟΣ», θυμίζουν στους παλιούς μια άλλη, νοσταλγική για αυτούς και άγνωστη για τους νέους, εποχή!
H Αλεξανδρούπολη την εποχή εκείνη τρία πράγματα είχε εν αφθονία. Ποδήλατα, ξεγνοιασιά και κινηματογράφους. Σήμερα; Είπαμε, άλλαξαν οι εποχές! Κι έχει χάσει τις μνήμες της!
Ο θερινός κινηματογράφος «Έβρος»
Κτίσθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στο χώρο όπου παλαιότερα στεγαζόταν το κέντρο «Λονδίνο» του Παναγιώτη Παπαδόπουλου. Χωροταξικά στη παραλιακή λεωφόρο μεταξύ των οδών Σουλίου και Μεσολογγίου. Εκεί μπροστά υπήρχε μια μεγάλη δρυς. Το δέντρο αυτό κόπηκε, μαζί με πολλά άλλα πλατάνια και δρυς που υπήρχαν στη πόλη, το 1952-53 από τον υπηρεσιακό Δήμαρχο, Πρωτοδίκη Γουλή.
Ο κινηματογράφος ήταν αμφιθεατρικά κτισμένος με εξώστη από οπλισμένο σκυρόδεμα που είχε πλήρη οπτική επαφή (ο εξώστης) με την παραλιακή λεωφόρο και τη θάλασσα. Υπήρξε για τη πόλη ένα κτιριακό στολίδι για τρεις και πλέον δεκαετίες. Γκρεμίστηκε το φθινόπωρο του 1990 παρά τις προσπάθειες πολλών πολιτών να χαρακτηρισθεί διατηρητέο. Σήμερα γίνεται ειδική αναφορά από τον Καθηγητή του Ε.Μ.Π. Ν. Θ. Χολέβα στο μάθημα της Αρχιτεκτονικής του Μεσοπολέμου στα Βαλκάνια. Στη θέση του έχει ανεγερθεί μία πολυώροφος οικοδομή.
Πηγή: ordoumpozanis-teo.blogspot.gr
[post_ads]
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου